Χέσιμο

Από τη Φρικηπαίδεια, την ελεύθερη παρωδία
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση



Ουπς! Μπας και εννοούσατε Αηδία;



“Πήγε το σκατό στην κάλτσα!”

- Ο Όσκαρ Ουάιλντ, εξερχόμενος από κινηματογράφο που έπαιζε τον «Εξορκιστή του Μητσοτάκη»

“Ίσα ρε κουραδόμαγκα!”

- Ανώνυμο βριλ-νεκρό πλέον-αντικρίζοντας τον μεταμφιεσμένο σε κάγκουρα, Τσακ Νόρις, να κάνει σούζα με το αυτοκίνητο του.

“Χέστηκα πάνω μου!”

- Λιλιπούτειος φίλος μας, μόλις αντίκρισε την απόλυτη Ελληνίδα σταρ αμακιγιάριστη.

“Το χέζειν εστίν φιλοσκατείν.”

- Βασίλειος Κωστέτσος

“Με έπιασε κόψιμο από τον κωλογύρο! Μα, τι βάζουν μέσα; Πάω για χέσιμο Νατάσα.”

- Κωνσταντίνος Β’ ο κοπρώνυμος

“Ο χοντρός μόνο να τρώει και να χέζει ξέρει. Τι τον παντρεύτηκα...”

- Η Νατάσα για τον Κωνσταντίνο Β’ τον κοπρώνυμο

“Εμένα λέτε χέστη. Έχετε δει τον Πάγκαλο να χέζει;”

- Ο Κωνσταντίνος Β’ ο κοπρώνυμος

“Μαζί τα χέσαμε, μαζί τα φάγαμε. Κοπρίτες. Πράκτορες του Σύριζα. Κουμούνια.”

- Ο Πάγκαλος

“Εγώ χέζω χρυσάφι”

- Ο Τσακ Νορις για τα σκατά του

Το χέσιμο ή κοπρογονία ή κοπρογένεση ή κοπρογέννηση ή αφόδευση είναι μια φυσική διαδικασία, μεταξύ των έμβιων όντων (Ανθρώπων, Βριλ, Ελ, Τάκεων, ζώων, κτλ). Είναι μια πράξη έντονα συναισθηματικά φορτισμένη, καθ’ ότι πρόκειται για τον αποχωρισμό ενός περιττώματος από τον οργανισμό. Είναι μία ωδή προς την ελευθερία ενός αλύτρωτου σκατού, ή μιας περήφανης φυλακισμένης κουράδας, παρ’ όλο που νιώθεις ότι αποχαιρετάς έναν πιστό, καλό, παλιό φίλο. Το χέσιμο ακόμα, είναι μια ιεροτελεστία, μια πράξη ψυχικής και σωματικής ανάτασης, με ένα διάχυτο αίσθημα ανακούφισης μόλις ολοκληρωθεί. Είναι επίσης και η επονομαζόμενη «8η τέχνη». Τεράστια καλλιτεχνήματα, όπως το Στόουνχεντζ [εκ του Αρχαιοελληνικού Στο – ουν (=νους) – χετζ (=χεζω)], το οποίο είναι το πρώτο αποχωρητήριο γιγαντιαίων Ελ και αποτελείται από μουμιοποιημένες κουράδες.

Πιγκάλ τύπου «passe-partout τουρκοκεφαλή» (το πρώτο). Πιτσιλάει σκατοσπαράγματα και δεν προτιμάται.

Τα προϊόντα του χεσίματος ποικίλλουν και είναι γνωστά με διάφορες ονομασίες, όπως σκατό, κουράδα, σβουνιά, γκάβαλο, κακαράντζα, σκατούλα, ευκοίλια κ.τ.λ..

Όμως, οι δύο κύριες κατηγορίες είναι το σκατό και το κουράδι.

Το μέγιστο λάθος που κάνουν οι κοινοί θνητοί (άνθρωποι, εξωγήινοι, ενδογήινοι, αϊσιχτιριστές, κοπρόθνητοι κ.τ.λ.), είναι να συγχέουν το σκατό με το κουράδι. Παραθέτω ένα απόσταγμα από τα βιβλία-διατριβές των κ.κ. Μπάμπη Νιώτη («Η τέχνη του χέζειν»-εκδόσεις Έμη Λιβανίου-2012) και Von Brown Keheishillembergson (“Skato Vs Kouradi:The ass wars”-εκδόσεις BigBoobs-1426).

Η πρώτη αφόδευση[επεξεργασία]

Ο αυτόγονος νοήμονας εκ του τίποτα δεξιός θεούλης έχεσε Σύμπαν διότι βαριόταν την μοναξιά. Το χέσιμο είναι η γέννηση περιττωμάτων χώνεψης. Αυτό που χώνεψε ήταν οι μαλακίες του εγκεφάλου του, ο οποίος όντας άυλος είναι δομημένος από τίποτα άρα είναι λογικό που όλη η πλάση κλάση θυμίζει το μεγαλείο της προσωποκρατικής μαλακίας του, σύμφωνα με τον καθηγητή μπροκολογίας κ.κ. Μπροκολόκιο.

Σκατό, το[επεξεργασία]

Πρόκειται για περίττωμα μικρού-μέτριου μεγέθους (ειδικό βάρος: ποικίλλει), με ακανόνιστο σχήμα, αρκετά μικρό ιξώδες, μαλακή σαπωνοειδής υφή, μειωμένης αντοχής σε θλίψη και εφελκυσμό, με ελαστικοπλαστικοελαστικές ιδιότητες. Το χρώμα του ποικίλλει από σκούρο μαύρο, έως ιλαρώδες πρασινοκαστανό. Συναντάται σε στερεή μορφή, στα όρια τήξης, σε θερμοκρασία σώματος, πολλές φορές κατακερματισμένο. Συνοδεύεται πολλάκις με ηχητική υπόκρουση κλανιάς ή πορδής. Είναι από τη φύση του βρώμικο, καθώς έχει την τάση να λερώνει και ανάντη και κατάντη (πρωκτός, λεκάνη), καθώς διασκορπίζεται προς όλες τις διαστάσεις του χώρου. Η διαδικασία απελευθέρωσής του, δεν είναι ιδιαίτερα επίπονη, παρά μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις. Έχει χαρακτηριστική οσμή, η οποία προδίδει την παρουσία του στο χώρο.

Κουράδι, το[επεξεργασία]

Πρόκειται για περίττωμα μέτριου-μεγάλου μεγέθους (ειδικό βάρος: ποικίλλει), με ορθοκανονικό σχήμα μενίρ, μεσαίο-μεγάλο ιξώδες, μαλακή υφή, αρκετά αυξημένης αντοχής σε θλίψη και εφελκυσμό, με πλαστικοελαστικοπλαστικές ιδιότητες. Το χρώμα του ποικίλλει από σκούρο μαύρο, έως ιλαρώδες πρασινοκαστανό, αν και, γενικά, είναι πιο ανοιχτό από το σκατό. Η ηχητική συνοδεία από κλανιά ή πορδή, είναι σπάνια. Είναι ένα πολύ καθαρό περίττωμα, καθώς έχει την τάση να μη λερώνει τις 3 διαστάσεις του χώρου. Ωστόσο, η διαδικασία αποχωρισμού του, είναι αρκετά επίπονη. Λόγω μεγάλης μάζας, όταν υποβάλλεται σε ελεύθερη πτώση, αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα και κατ’ επέκταση ορμή, οπότε, κατά τη διαδικασία της κρούσης του με την επιφάνεια του υδροφόρου ορίζοντα της λεκάνης, ένα μεγάλο τσουνάμι εκτοξεύεται προς τα πάνω, με δροσιστικές ή λερωτικές συνέπειες για τον χρήστη.

Η μάχη με την τουαλέτα[επεξεργασία]

Μπορείτε για να ρωτήσετε το φίλο σας ευγενικά αν έχεσε να τον ρωτήσετε: "πώς πήγε ο αγώνας;" και να σας απαντήσει ανάλογα με την επιτυχία του και χωρίς να πάρουν πρέφα οι άλλοι: "3-0!!!" ή "ήττα και σήμερα, πάω να φάω κάνα σύκο" ή "Είχαμε δυνατό αντίπαλο, αλλά τα καταφέραμε" (σε περίπτωση ταλαιπωρίας του χέστη κατά το χέσιμο) ή "πάνω που νόμιζα ότι θα τον χάναμε, τον πήραμε στα πέναλτι!" ή "ισοπαλία..." (σε περίπτωση μη πλήρους αδειάσματος) ή "ακόμη κλαίω, πήρε φωτιά το γήπεδο" (σε περίπτωση που την προηγούμενη καταναλώθηκαν καυτερά φαγητά.

Το χέσιμο σαμπάνια (ή αλλιώς, πολύς σαματάς για το τίποτα)[επεξεργασία]

Είναι κάτι φορές που ο χρήστης αγωνιά να βρει τουαλέτα, το νιώθει πως έρχεται και θα είναι γκολάρα, καταφέρνει να βρει τα κόμιξ του, τσεκάρει αν έχει χαρτί υγείας, όλα καλά και .... βγαίνει ένας μικρός φελλός, ένα σκατουλάκι τόσο δα και μόνο αέρας ακολουθεί. Είναι μεν ανακουφιστικό αλλά και λίγο απογοητευτικό δε. Χρήση: "-πώς πήγε ο αγώνας" "-τίποτα μωρέ, μια σαμπάνια άνοιξα, τζάμπα χαρά"

Εκφράσεις[επεξεργασία]

  • έχεσα δύο κροκόδειλους: πρωκτογέννησα δύο κουράδια μακρινάρια για να 'χουν συντροφιά
  • μου 'φυγ' ο πάτος/κώλος στο χέσιμο: έβγαλα πολύ πράμα και πονώ
  • παράχεσα και τσούζει
  • έχεσα τ' άντερά μου στη λεκάνη
  • κάθε γέννα είναι δύσκολη
  • πατέρας φονιάς/μητέρα φόνισσα: ψυχανώμαλο άτομο, που αντί να αγκαλιάσει και να φροντίσει το κουράδι που γέννησε, το βυθίζει στον υπονόμο - αν δεν τα θες, να μην τα κάνεις! - όχι στο καζανάκωμα των σκουρόχρωμων! (αν πάσχεις από σοβαρή ασθένεια πρωκτογεννάς και ϟϟ λευκές 卐 卍࿕࿖࿗࿘ꖦ)

Μυρωμένοι Στίχοι(του Γ. Σουρή, δηλαδή σουρής-σούρα-μπέκρα-μπεκροκανάτα-μπυροκοιλιά-Βαγγέλης Μαρινάκης ή Κώστας Καραπαπάς ή καθηγητής τραπολογίας και ντριλολογίας Μπόσικαν)[επεξεργασία]

'ΜΥΡΩΜΕΝΟΙ ΣΤΙΧΟΙ'

Τίποτε δεν απόμεινε στον κόσμο πια για μένα, όλα βρωμούν τριγύρω μου και φαίνονται χεσμένα. Όλα σκατά γενήκανε και ο δικός μου κώλος σκατά εγίνηκε κι αυτός, σκατά ο κόσμος όλος.

Μόνο σκατά φυτρώνουνε στον τόπο αυτό τον άγονο κι όλοι χεσμένοι είμαστε, σκατάδες στο τετράγωνο. Μας έρχεται κάθε σκατάς, θαρρούμε πως σωθήκαμε, μα μόλις φύγει βλέπομε πως αποσκατωθήκαμε.

Σκατά βρωμάει τούτος δω, σκατά βρωμά κι εκείνος, σκατά βρωμάει το σκατό, σκατά βρωμά κι ο κρίνος. Σκατά κι εγώ, μες στα σκατά, και με χαρτί χεσμένο ό, τι κι αν γράψω σαν σκατό προβάλλει σκατωμένο.

Σκατά τα πάντα θεωρώ και χωρίς πια να απορώ, σκατά μασώ, σκατά ρουφώ, σκατά πάω να χέσω, απ’ τα σκατά θα σηκωθώ και στα σκατά θα πέσω.

Όταν πεθάνω χέστε με, τα κόλλυβά μου φάτε Και πάλι ξαναχέστε με και πάλι ξαναφάτε, μα απ’ τα γέλια τα πολλά κοντεύω ν’ αρρωστήσω και δεν μπορώ να κρατηθώ, μου φεύγουν από πίσω.

Σκατά ο μεν, σκατά ο δε, σκατά ο κόσμος όλος κι απ’ το πολύ το χέσιμο μου πόνεσε ο κώλος!

         Γ. Σουρής, Μυρωμένοι στίχοι, 1928

Απ' ότι καταλαβαίνετε και μόνοι σας το ποίημα μιλάει για ΝΤΟΛΜΑΔΑΚΙΑ.

Αστέρες[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]